Ο Χάρης Γεωργιάδης και το αδίκημα του εκβιασμού: Όταν ο Ζαννέτος καταδικάστηκε για «εκβιασμό» με βάση προφορική «μαρτυρία» κάποιου που είχε ιδιωτικό όφελος να πει αυτά που του υπέβαλαν, το γραπτό τεκμήριο των εκβιασμών του κ. Γεωργιάδη θέτει ζήτημα ισονομίας, αλλά και συγκάλυψης ξεκάθαρου ποινικού αδικήματος..
Το έγγραφο
εκβιασμού με το οποίο ο κ. Γεωργιάδης απειλεί για να πάρουν οι εργαζόμενοι τα
οφειλόμενά τους – με στόχο να αποφύγει ο ίδιος δικαστικά και άλλα προβλήματα..
Μετά
από αυτό, ή καλύτερα ενδιάμεσα, υπήρξε το θέμα των Κυπριακών Αερογραμμών. Ενώ
το θέμα εξεταζόταν από την επιτροπή θεσμών[1]
και ενώ ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής βρισκόταν επιστολή της ΠΑΣΥΠΙ[2]
τόσο αναφορικά με τα κίνητρα που δόθηκαν από την Hermes Airport
σε αερομεταφορείς χαμηλού κόστους, όσο την κυριαρχία της Aegean Airlines στην περιοχή και άλλα συναφή θέματα, ήρθε το ξαφνικό κλείσιμο των Κυπριακών
Αερογραμμών και εμφανίστηκε και ανάλογη περίπτωση της Aer Lingus,[3] η οποία για τον ηλιόλουστο ρότσο, πέρασε απαρατήρητη για ευνόητους
λόγους.
Λίγους
μήνες και πολλές υποσχέσεις μετά, οι απολυμένοι εργαζόμενοι των Κυπριακών
Αερογραμμών βγήκαν και πάλι στους δρόμους. Συγκεκριμένα, στις 26 Ιουνίου
διαμαρτυρήθηκαν έξω από το προεδρικό και έκλεισαν και την παρακείμενη οδική
αρτηρία ακριβώς επειδή είχαν λάβει από τον υπουργό οικονομικών επιστολή με την
οποία «καλούνται να αποσύρουν τις αγωγές κατά
της Κυπριακής Δημοκρατίας και να αποποιηθών των απαιτήσεών τους για
αποζημιώσεις, ώστε να τους καταβληθούν τα Ταμεία Προνοίας που έτσι κι αλλιώς
δικαιούνται»[4]. Όπως
είχαμε γράψει τότε:
«Προφανώς, ο υπουργός
οικονομικών προχώρησε σε αυτό τον εκβιασμό, γνωρίζοντας ότι οι πέραν των 300
απολυθέντων που κατέθεσαν αγωγές εναντίον της κυπριακής δημοκρατίας
διεκδικώντας αποζημιώσεις, έχουν τουλάχιστον πολύ σοβαρές πιθανότητες να
κερδίσουν και με αυτό τον τρόπο να αποδείξουν τους παράτυπους κυβερνητικούς
χειρισμούς στο κλείσιμο των Κυπριακών Αερογραμμών.»
Η επιστολή απλώς επιβεβαίωνε τους ισχυρισμούς των απολυμένων
ότι επρόκειτο, δηλαδή, για καθαρό εκβιασμό: Για να καταβληθεί το ποσό «για
κάλυψη του ελλείματος κατοχύρωσης του
Ταμείου Προνοίας», το 22,26% των εισφορών του 3% του ποσού», η «πρόσθετη
αποζημίωση προς όλο το προσωπικό που έχει τύχει πλεονασμού» και αποζημίωση «για
την προειδοποιητική περίοδο τερματισμού της απασχόλησης» (δηλαδή όσα με νόμο
δικαιούνται οι εργαζόμενοι ως απολυμένοι), έπρεπε, σύμφωνα πάντα με την επιστολή,
«σε αντάλλαγμα και για αντιπαροχή»
να αποποιηθούν από κάθε ενδεχόμενη, παρούσα ή και μελλοντική διεκδίκηση ή απαίτηση, όπως και κάθε απαίτηση «η οποία
ενδεχόμενα να επιβαρύνει την Κυπριακή Δημοκρατία». Η ίδια δήλωση απαλάσσει
ταυτόχρονα όλους «νυν, πρώην και μελλοντικούς αξιωματούχους».
Η
επιστολή προς τους εργαζόμενους, η οποία παορυσιάζεται στην αρχή του κειμένου,
σε ένα ευνομούμενο κράτος θα αποτελούσε αδιάσειστο στοιχείο για
διερεύνηση, τουλάχιστον, αν όχι και
εκδίκαση κατηγοριών εναντίον του Χάρη Γεωργιάδη. Ακόμα και για τα κυπριακά
δεδομένα, ο Ποινικός Κώδικας είναι αρκετά ξεκάθαρος, τόσο για την απόπειρα
εκβίασης με απειλές, όσο και για να «επιφέρει με απειλές την εκτέλεση εγγράφων»:
«289. Όποιος, με σκοπό καταδολίευσης και με
τη χρήση παράνομης βίας εναντίον ή με τον περιορισμό άλλου προσώπου ή με την
απειλή τέτοιας βίας ή περιορισμού ή με τη διατύπωση ή απειλής διατύπωσης
κατηγορίας εναντίον άλλου για τη διάπραξη κακουργήματος ή πλημμελήματος ή με
την πρόταση σε άλλο ή με απειλή άλλου για υποκίνηση αυτού να διαπράξει ή να
επιτρέψει τη διάπραξη ποινικού αδικήματος, εξαναγκάζει ή υποκινεί άλλο-
(α) να
εκτελέσει, εκδώσει, αποδεχτεί, οπισθογραφήσει, μεταβάλει ή καταστρέψει ολόκληρο
ή μέρος, αξιόγραφο ή
(β) να
γράψει, αποτυπώσει, ή επιθέσει όνομα ή σφραγίδα σε χαρτί ή περγαμηνή, με σκοπό
να καταστεί αυτό μετά από αυτά ή να μετατραπεί σε αξιόγραφο ή να τύχει της
χρήσης ή της μεταχείρισης αξιογράφου,
είναι ένοχος κακουργήματος και υπόκειται σε φυλάκιση
δεκατεσσάρων χρόνων.»[5]
Αν το δούμε
συγκριτικά, υπάρχει, ήδη, δημόσια γνωστή περίπτωση καταδίκης ατόμου για
εκβιασμό, μόνο και μόνο με επίκληση, χωρίς γραπτά αποδεικτικά στοιχεία.
Αναφερόμαστε στην καταδίκη του κ. Ζαννέτου στην περιβόητη υπόθεση της
Δρομολαξιάς, η οποία πλέον αποδομείται με τα όσα βλέπουν το φως της
δημοσιότητας για τον Ρίκκο Ερωτοκρίτου και τον τρόπο που χειριζόταν γενικά
ποινικές υποθέσεις που αναλάμβανε, αλλά και την αγαπημένη του υπόθεση – όπως
φάνηκε τότε με τις ηχογραφήσεις, αλλά και τώρα με την εκδίκαση της υπόθεσης της
εταιρείας Providencia
και τις μαρτυρίες που βλέπουν το φως της
δημοσιότητας, που όπως φαίνεται περιστρέφονται και γύρω από τη
Δρομολαξιά. Ο κ. Ζαννέτος, θυμίζουμε ότι καταδικάστηκε[6],
ενώ είχε τεκμηριωθεί ότι δεν είχε οποιοδήποτε συμφέρον, ατομικό ή επαγγελματικό
και μόνο με την μαρτυρία του Λίλλη ότι «τον εκβίασε» ο Ζαννέτος για να πληρώσει
τα χρέη της Αλκής. Ως τεκμήριο αυτής της «υπόθεσης εκβιασμού» παραμένει το
αμίμητο σχόλιο Σάντη στην απόφαση:
«Το κατά πόσο ο κατηγορούμενος 7 [Βενιζέλος Ζαννέτος]
ήταν σε θέση να εκπληρώσει την απειλή του αυτή παραμένει ζήτημα αδιάφορο..»
Αν
ο Ζαννέτος καταδικάστηκε σε φυλάκιση για εκβιασμό, έστω κι αν για το δικαστή
ήταν «ζήτημα αδιάφορο» αν ήταν σε θέση να εκπληρώσει την απειλή του και με τον
προφορικό ισχυρισμό ενός κατηγορούμενου που μετατράπηκε σε μάρτυρα κατηγορίας,
τότε τί πρέπει να συμβεί με το Χάρη Γεωργιάδη, που και είναι σε θέση να
εκπληρώσει την απειλή του [ως κρατικός αξιωματούχος βρίσκεται σε ισχύ σε σχέση
με τους απολυμένους εργαζόμενους στις Κυπριακές Αερογραμμές, αφού αυτός θα
εγκρίνε ή όχι τις αποζημιώσεις που δικαιωματικά τους ανήκουν] και το δηλώνει
μάλιστα εγγράφως και κατ’ επανάληψη;
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου