Συγκαλύπτοντας τον Ρίκκο..και τον Νεοκλέους; Κυριακάτικα στιγμιότυπα μιας διαδικασίας μετατόπισης μέσω του «απλώματος» [Από τον Πολίτη στην Καθημερινή: τελικά είναι τόσο δικτυωμένα τα δικηγορικά γραφεία;]





 Η στρατηγική της Μετατόπισης
Οι διαδικασίες λογοκρισίας στην Κύπρο από το 2011 περιλαμβάνουν ως βασικό μηχανισμό την Μετατόπιση – την προσπάθεια, δηλαδή, για αλλαγή έμφασης και την μετατόπιση του θέματος/σκανδάλου σε κάποιο άλλο άτομο, για να συγκαλυφθεί το πραγματικό σκάνδαλο/ευθύνη. Από το 2013 αυτή η στρατηγική συμπεριλαμβάνει και τον «κατακλυσμό της πληροφορίας», το άπλωμα, δηλαδή, των στοιχείων σε τέτοιο βαθμό που το κοινό να μην μπορεί να εστιάσει – αυτό έγινε αρκετές φορές με τις «λίστες» που προκαλούσαν μια αδυναμία κατανόησης ή εμπλοκής του κοινού στον "κατακλυσμό των στοιχείων" και τη συμπληρωματική ατάκα «όλοι είναι οι ίδιοι» για να μετατοπιστεί η έμφαση από τους πραγματικούς ενόχους. Η πρακτική, συνήθως πετύχαινε αρχικά, αλλά στο τέλος παραμένει το αρχικό ζήτημα – παρά την απόπειρα λογοκρισίας. Η υπόθεση των εκροών του συμπέθερου είναι χαρακτηριστική. Μετατοπίστηκε μεν, αλλά είναι εκεί ανοικτό θέμα. Και η έκρηξη οργής για την απόπειρα πρώτου κουρέματος ήταν ενδεικτική πως η μετατόπιση δεν αρκεί – η αντίθετη άποψη [στην τότε περίπτωση η ευθύνη των τραπεζών] δεν εξαφανίζεται, αντίθετα φαίνεται να ριζώνει σε ένα είδος συλλογικού ασυνείδητου της καθημερινότητας, και επανέρχεται απρόσμενα και κάνει χαλάστρα για τους διοργανωτές που εφησυχάζουν από το δικό τους ψέμα.

Η περίπτωση του σκανδάλου με τις μίζες του Ρίκκου κινήθηκε αρχικά στα επίπεδα της απόπειρας μετατόπισης – εκ μέρους του κ. Ερωτοκρίτου και μετά του προεδρικού. Αλλά αφού δεν πέτυχε η στρατηγική, φαίνεται ότι υιοθετήθηκε και σενάριο του απλώματος. Την περασμένη Κυριακή, είχαμε δυο ενδεικτικά τεκμήρια – και με θλιβερό τρόπο, από δυο εμπλεκόμενους με τα ΜΜΕ, οι οποίοι είχαν και μια προϊστορία διαφοροποίησης από τον ηγεμονικό λόγο. Η συνειδητή ή μη εμπλοκή τους στην απόπειρα μετατόπισης μέσω «απλώματος» είναι, όμως, ίσως ενδεικτική και των βαθύτερων συμφερόντων τα οποία εμπλέκονται.

Ο Ρίκκος σαν κολλημενος του θεάματος και ο κρατικός μηχανισμός της δεξιάς, που δεν φαίνεται ακόμα να κατανοεί, μετά από 55 χρόνια την ανάγκη σεβασμού του συντάγματος
Την περασμένη βδομάδα, ο Ρίκκος συνέχισε τις προσπάθειες του να παραμείνει στη δημοσιότητα – συνέχισε να στέλλει ανακοινώσεις, και να θυμάται ότι ήθελε /χρειαζόταν «συμπληρωματικές καταθέσεις». Έμοιαζε με πανικοβλημενο που δεν μπορούσε να απεξαρτηθεί εύκολα. Είχε μάθει στις δίκες μέσω πρωτοσέλιδων, να τις κατασκευάζει σε μεγάλο βαθμό, οπότε προσπαθεί τώρα να διατηρήσει την εικόνα των χαμένων μεγαλείων με διάφορα θεάματα. Αλλά φυσικά ελπίζει και ότι με αυτές τις κινήσεις θα πετύχει και ένα είδος «δικαστικής απόφασης» στα ΜΜΕ, πριν οποιαδήποτε δίκη. Η στρατηγική του είναι εμφανής – να καλλιεργήσει ένα ευρύτερο κλίμα σκανδαλολογίας, ώστε η δική του περίπτωση να πέσει στα μαλακά.

Οπότε η ανακοίνωση της αστυνομίας τη Δευτέρα ότι δεν θα έστελλε την κατάθεση στον γενικό εισαγγελέα «γιατί δεν υπήρχε ακόμα θέμα», αλλά εφεύρισκε ταυτόχρονα [να δανειζόταν από τους απολογητές του Ρίκκου] τη ρητορική "του νομικού κενού", παραβίαζε το σύνταγμα. Ο κ. Κληρίδης δήλωσε ότι δεν θα το σχολιάσει. Η εκτροπή, όμως, είναι εκεί – ο αρχηγός της αστυνομίας και επικεφαλής διδασκαλίας των αστυνομικών πριν, δεν κατανοεί το σύνταγμα ή παρεξήγησε τον ρόλο του και νομίζει ότι είναι ο γενικός εισαγγελέας ο ίδιος;

Το κυβερνητικό στρατόπεδο αναδιπλώθηκε επίσημα, αλλά παραμένει αιχμάλωτο των θεαμάτων του Ρίκκου. Η στάση της αστυνομίας ήταν χαρακτηριστική θλιβερή – εξηγώντας και γιατί ο Ιωνάς και η κυβέρνηση γενικότερα ήθελαν με τόσο πάθος να αποκτήσουν έλεγχο της ηγεσίας της. Ο αρχηγός φαίνεται αρκούντως πειθήνιος μέχρι κωμωδίας – αγγίζοντας, όμως, τα όρια της συνταγματικής εκτροπής. Έτσι, όταν την Παρασκευή ο γενικός εισαγγελέας δήλωσε ότι θα παραλάβει την κατάθεση του Ρίκκου, και ο τελευταίος αντέδρασε [και ως μέρος του θεάματος] η αστυνομία ξαφνικά φάνηκε να ξεχνά το σύνταγμα, το οποίο προνοεί σαφώς ότι ο γενικός εισαγγελέας μπορεί να ζητήσει να δει οποιαδήποτε κατάθεση. Και ο Μαρκίδης, ο οποίος είχε εμφανιστεί αρχικά να προσπαθεί να μεσολαβήσει  με το αμίμητο «γιατί διερευνήθηκε το θέμα» (ξεχνωντας και το παθος με το οποιο ζητησε αρχικα διερευνηση ο Ρικκος), ήταν σαφής – με βάση το σύνταγμα, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το θεσμικό όργανο που είναι υπεύθυνο για να επιληφθεί του θέματος [ακόμα και καταγγελιών εναντίον του] είναι ο γενικός εισαγγελέας. Ο Ρίκκος, βέβαια, σκόπιμα φτιάχνει το θέαμα για να φύγει από την θέση του κατηγορούμενου και να το παίξει "μια άποψη ανάμεσα σε άλλες". Οπότε η ανακοίνωση της αστυνομίας τη Δευτέρα, ότι δεν θα έστελλε την κατάθεση στον γενικό εισαγγελέα «γιατί δεν υπήρχε ακόμα θέμα», αλλά εφεύρισκε ταυτόχρονα [ να δανειζόταν από τους απολογητές του Ρίκκου] την ρητορική "του νομικού κενού", παραβίαζε το σύνταγμα. Ο κ. Κληρίδης δήλωσε ότι δεν θα το σχολιάσει. Η εκτροπή, όμως, είναι εκεί – ο αρχηγός της αστυνομίας και επικεφαλής διδασκαλίας των αστυνομικών πριν, δεν κατανοεί το σύνταγμα ή παρεξήγησε τον ρόλο του και νομίζει ότι είναι ο γενικός εισαγγελέας ο ίδιος; Κατά τα άλλα η αστυνομία προσπάθησε να μην είναι προκλητική, παρουσιάζοντας το σήριαλ του "Ρίκκου σε κατάθεση", ως δική του πρωτοβουλία (που τελικα τον εκθετε περισσοτερο), την οποία μπορεί να επαναλάβει οποιοσδήποτε πολίτης. Επειδή το έκανε και ο κ. Παναγή άντε να δούμε πότε θα προχωρήσει εκείνη η προγενέστερη υπόθεση.

Αλλά και ο ιδιος ο κ. Αναστασιάδης εμφανίστηκε και πάλι, σε μια συνεντευξή του[1] να έχει δυσκολία να κατανοήσει και τα συνταγματικά προβλήματα των παρεμβάσεών του – αλλά και το τί συμβαίνει. Και σε αντίθεση με τον Ν. Παπαδόπουλο που ζήτησε απλώς να παραιτηθεί ο Ρίκκος. Ο Αναστασιάδης δήλωσε λ.χ. ότι το θέμα είχε να κάνει με ζητήματα «διαδοχής» - κάνοντας και πάλι ότι δεν κατανοούσε την ύπαρξη ποινικής ανάκρισης [και ας υμνούσε λίγες μέρες πριν τον πόρισμα τον κ. Καλλή], αλλά και προκαλώντας απορίες, αν όντως κατανοούσε σε τί αναφερόταν – ο μόνος που ήθελε «διαδοχή» ήταν ο Ρίκκος,[2] του οποίου τις ευθύνες ο κ. Αναστιασιάδης, έστω και από ανάγκη προσπαθούσε να συγκαλύψει.

Όσον αφορά στα ΜΜΕ, η στάση του Φιλελευθέρου παραμένει αξιοσημείωτη. Έχει κατ’αρχήν μια συνέπεια τήρησης του συντάγματος έστω. Αλλά και η εστίαση είναι ενδιαφέρουσα. Την Κυριακή λ.χ. ο κ. Φωτίου είχε ένα σπάνιο κείμενο[3] – εστίαζε στην προϊστορία του κ. Ερωτοκρίτου και στο ότι υπήρξε δικηγόρος του Α.Π. Κιτα [«Αλ Καπόνε»], ο οποίος παραδέχτηκε βιασμό, δολοφονία, και πέταμα του πτώματος του θύματος στα σκουπίδια. Κάθε κατηγορούμενος δικαιούται, βέβαια, νομική υπεράσπιση. Ένας βουλευτής, όμως, που καταφεύγει σε αυτόν τον ρόλο γιατί το κάνει; Για οικονομικούς λόγους ή γιατί πιστεύει στον κατηγορούμενο; Είναι ένα πλαίσιο χρηισμο για να κατανοηθεί η ευρύτερη εικόνα του Ρίκκου.

Ο Πολίτης της Κυριακής κατασκευάζει σικέ παχνιδια; Ο Διονυσίου σε ρόλο απολογητή, με ένα ιστορικό αχταρμά ανακριβειών χωρίς λέξη για το δικηγορικό γραφείο – έστω και αν εξυπηρετεί ρώσους [τώρα εν της παπαθκιάς τα ξύλα]
Ο Πολίτης προσπάθησε να κρατήσει ισορροπίες πρωτοσέλιδα. Η σύγκριση με την πολύ μικρότερης σημασίας υπόθεση του Παπασάββα είναι εμφανής – η εφημερίδα δεν μπορούσε να εφαρμόσει τα ίδια κριτήρια εδώ [παρά το ότι το ζητούμενο είναι 600,000 μίζα αντί 10,000 για τα δόντια] διότι είναι «ημέτερος» ο Ρίκκος. Υπήρξαν, όμως, δημοσιογράφοι που σαφώς διαφοροποιήθηκαν – όπως η κ. Σάββα, ο κ. Κασκάνης. Την Κυριακή, η πρωτοσέλιδη αναφορά ήταν ποδοσφαιρική – ότι ο Ρίκκος θέλει να «κερδίσει στον δεύτερο γύρο». Καμία αίσθηση ότι υπάρχει ένα σκάνδαλο εξαγοράς που συμπυκνώνει τις σχέσεις κρατικής διαπλοκής [βοηθός γενικός εισαγγελέας] – τραπεζιτικών συμφερόντων – δικηγορικού γραφείου. Μάλιστα αυτός ο τίτλος επιλέγηκε διότι μέσα στην εφημερίδα υπήρχαν διάφορα κείμενα και ένα επικριτικό. Όμως, το τόνο έδωσε ο Διονυσίου, που φαίνεται να δίνει το στίγμα της έμφασης της έκδοσης την Κυριακή. Το κείμενό του ήταν ένα ενδιαφέρον κείμενο μετατόπισης με εντυπωσιακές ιστορικές ασυναρτησίες και ξεκάθαρα ψέματα.
Ο Διονυσίου δεν είναι επαγγελματίας δημοσιογράφος αλλά έχει μια προϊστορία στη δημόσια σφαίρα. Από τον καιρό που εργαζόταν στο ΔΙΑ δημιούργησε ένα όνομα, το οποίο ταυτίζονταν με την έννοια του φιλελεύθερου. Και σε αυτήν του την ταύτιση ήταν σαφώς υποστηρικτής του «ναι» το 2004 και μετά. Πιο πρόσφατα είχε διαφοροποιηθεί από την εκστρατεία ενάντια στον Π. Δημητριάδη. Όμως, σε γενικές γραμμές ακολουθούσε την επίσημη γραμμή – και του έκδοτη και της παράταξης [της δεξιάς]. Έτσι, μπορεί να δημοσίευσε λ.χ. ένα κείμενο για τους μεγαλοφειλέτες των τραπεζών το καλοκαίρι του 2013, αλλά πρόβαλε επίσης πρωτοσέλιδα το Σεπτέμβριο του 2012 τη θέση ότι δεν έπρεπε να αποκαλύπτονται τα τραπεζικά σκάνδαλα. Και συμμετείχε στις προσπάθειες μετατόπισης.


Πολιίτ το Ανάγνωσμα Σεπτέμβριος 2012: η κυβέρνηση «αυτοκτονεί» γιατί κάνει κριτική στις τράπεζες και αποκαλύπτει τα σκάνδαλα τους

Συμπέρασμα, δεν είναι ανάγκη να μιλούμε για το σκάνδαλο του Ρίκκου, πολλοί το κάνουν] και για όνομα του θεού, όχι του Νεοκλέους. Ένας συγγραφέας κρίνεται από τις αντιφάσεις – μόλις πριν λίγους μήνες ο Διονυσίου έβριζε δικηγόρους που αντιπροσώπευαν ρώσους. Και τώρα ξαφνικά μπροστά σε ένα κατ' εξοχήν δικηγόρο των ρώσων και μάλιστα με ένα σκάνδαλο που αφορά σε ρώσους..έπαθε αφλογιστία. Δύσκολο να το δεις διαφορετικά – εδώ έπαιζαν άλλα συμφέροντα και έπρεπε να γίνει συγκάλυψη.

Το κείμενο της Κυριακής 19/4 ήταν ανάμεσα στα κλασικά όσον αφορά στη μετατόπιση. Έχοντας μπροστά του μια κατηγορία για διαπλοκή του κ. Ερωτοκρίτου μια ακόμα προσπάθεια του προεδρικού να εξυπηρετήσει συμφέροντα ημετεροκρατίας, παραβιάζοντας την αυτονομία των θεσμών, ο κ. Διονυσίου προσπάθησε να οχυρωθεί πίσω από μια γενικολογία της οποίας το γενικό συμπέρασμα ήταν ότι «όλοι είναι διεφθαρμένοι», αλλά δυστυχώς αυτή είναι η κατάσταση, διότι, σύμφωνα με μια ασαφή αναφορά σε «κοινωνιολόγους» [είναι και αυτοί χρήσιμοι σαν ατάκες που ρίχνονται για κατανάλωση] για να «ωριμάσει» μια κοινωνία θέλει 150 χρόνια. Συμπέρασμα, δεν είναι ανάγκη να μιλούμε για το σκάνδαλο του Ρίκκου, πολλοί κάνουν αναλογα, και για όνομα του θεού, όχι του Νεοκλέους. Ένας συγγραφέας κρίνεται από τις αντιφάσεις – μόλις πριν λίγους μήνες ο Διονυσίου έβριζε δικηγόρους που αντιπροσώπευαν ρώσους. Και τώρα ξαφνικά μπροστά σε ένα κατ' εξοχήν δικηγόρο των ρώσων και μάλιστα με ένα σκάνδαλο που αφορά σε ρώσους..έπαθε αφλογιστία. Δύσκολο να το δεις διαφορετικά – εδώ έπαιζαν άλλα συμφέροντα και έπρεπε να γίνει συγκάλυψη.

Το κείμενο είναι χαρακτηριστικό. Ξεκινά τη γενικόλογη αναφορά στο «τί να κάνουμε έτσι είναι» με μια αναφορά στη δεκαετία του 1960, αλλά χωρίς αναφορά στον Γιωρκάτζη – η εστίαση πηγαίνει στον Μακάριο. Διαβάζει κανείς πίσω από τις γραμμές την τάση του Δρουσιώτη να μετατρεπει τις εμμονές του σε προσπάθεια επιχειρήματος. Η λογοκρισία αναφορών στον γιωρκατζισμό [ως το μηχανισμό ημετεροκρατίας, πελατειακών σχέσεων κλπ] αλλά και στις τότε ακροδεξιές απαιτήσεις για κατάργηση της δημοκρατίας λ.χ., είναι κραυγαλέα παραδείγματα, όταν ο κ. Διονυσίου αναφέρεται στις εκλογές του 1970 – τις μόνες ελεύθερες βουλευτικές εκλογές που είχε η ελληνοκυπριακή κοινότητα πριν το 1974. Και μάλιστα εκλογές για τις οποίες υπάρχει και μια ιστορική ακαδημαϊκή ανάλυση και καταγραφή από τον P. Loizo. Και στο πολιτικό επίπεδο εκείνες οι εκλογές ήταν και μια πρόκληση για την χούντα – και για αυτό άλλωστε οι εδώ εκπρόσωποι της, η ακροδεξιά, και η Εοκα β, τις κατέκριναν. Ο Διονυσίου αναπαράγει ολόκληρο το σενάριο της ακροδεξιάς αμάσητο – λίγο πολυ θέλει τον αναγνώστη να πιστέψει ότι ο Μακάριος[4]  «αποφάσισε» μέχρι και τα ποσοστά των κομμάτων. Είναι πραγματικά αστείο να παρακολουθείς ένα άτομο που προσπαθεί να κάνει βαρύγδουπη ανάλυση και ξαφνικά λέει ότι την υποψηφιότητα του Σαμψών την αποφάσισε  Μακάριος, ή να μην φαίνεται να μπορεί να κατανοήσει ότι έτσι και αλλιώς ο Λυσσαρίδης θα έκανε κόμμα, όπως και ο Αζίνας. Το επιχείρημα της ακροδεξιάς τότε – όλοι οι «μη κομμουνιστές» έπρεπε να είναι μαζί, οι διαφωνίες δεν επιτρέπονται κλπ. Ο Γρίβας το είπε χαρακτηριστικά «τί είναι όλα αυτά τα κόμματα;..δώστε μου ένα μαστίγιο..». Θα μπορούσε να πει κανένας ότι ο κ. Διονυσίου δεν ξέρει από ιστορία, παρά το βαρύγδουπο ύφος. Ίσως. Αλλά δεν μπορεί να μην ήξερε ότι ο Γιωρκάτζης ήταν ο συνεργάτης του Κληρίδη στο Ενιαίο και ότι η αντίθεση στο Ενιαίο είχε να κάνει με βαθιές διαφωνίες που προέκυψαν στο χώρο του Κέντρου και της Δεξιάς που συσπείρωσε η ηγεσία του Μακάριου το 1960. Απλώς λογοκρίνει γενικά τον Γιωρκάτζη γιατί δεν βολεύει για τις σημερινές ρητορικές ανάγκες της Δεξιάς. Το επιχείρημα γίνεται εμφανώς παραπλανητικό στα όρια του ψέματος, όταν κάνει άλμα στο σκάνδαλο του χρηματιστηρίου και στην προσπάθεια να καθαγιάσει την παράταξή του, και προσπαθει [χωρίς ντροπή] να παρουσιασει το "όχι" σαν συνέχεια [των κερδισμενων] του σκανδάλου του χρηματιστηρίου. Είναι μια προσπάθεια και πάλι να κατασκευαστειί μια ψεύτικη ιστορία. Μπορεί να κατηγορήσει κανένας το "όχι" για διάφορα [και σίγουρα οικονομικά συμφέροντα στη νότια Κύπρο] – αλλά την αποκλειστική σύνδεση με το χρηματιστήριο μόνο η ανάγκη μετατόπισης της παράγει. Ο πιο γνωστός πολιτικός που συμμετείχε για να βγάλει κέρδη, από το χρηματιστήριο ήταν ο Ν. Αναστασιάδης του «ναι». Και μια μικρή έστω έρευνα θα έδειχνε ότι αρκετοί επιφανείς επενδυτές γης είχαν επίσης συμφέροντα από την λύση τότε, όπως άλλοι είχαν συμφέροντα από το «όχι». Αλλά, όταν την δημοκρατική πρακτική του 1970 την παρουσιάζει κάποιος ως στημένη, το να κάνει το άσπρο μαύρο για το 1999, δεν είναι και τόσο μακριά. Και καταλήγει με το φαιδρό ότι χρειάζονται 150 χρόνια διαφθοράς για να υπάρξει "δημοκρατία" κλπ – η ότι πρέπει να τα δεχθούμε, τί να κάνουμε..έτσι είπε και ο τάδε... Ακόμα και μια υποτυπώδης σύγκριση με την Ελλάδα που έχει σχεδόν 200 χρόνια νεωτερικο κράτος θα ήταν αρκετή για να μην αναφερθεί η αστεία θέση για «150 χρονια» κλπ. Και φυσικά, τα σκάνδαλα που προκύπτουν από την Ιταλία μέχρι τον Σιράκ στο δημαρχείο του Παρισιού και τα διάφορα σκάνδαλα στο Λονδίνο θα ήταν, επίσης, αρκετά για να απορριφθεί το κλισέ σενάριο του δυτικοκεντρικού ναρκισσισμού που δεν βλέπει τον καθρέφτη ακόμα και όταν κάνει ανάλυση.

Αλλά και ο κ. Παράσχος
Την ίδια βδομαδα ο κ. Παράσχος έκανε κάτι ανάλογο – αν και σε πιο σοβαρό επίπεδο και χωρίς την ιστορική ασυναρτησία του Διονυσίου. Ο Παράσχος άλλωστε είναι και επαγγελματίας δημοσιογράφος και έχει μια πιο σοβαρή ιστορία στο χώρο της κυπριακής δημόσιας σφαίρας – έχει συνεισφέρει στην αποκατάσταση της αλήθειας για το θέμα των αγνοούμενων, ενώ ήταν και από τους ελάχιστους δημοσιογράφους που παραδέχτηκαν δημόσια ότι με φόντο τις διαφημίσεις των τραπεζών, αυτονόητα τα ΜΜΕ λογόκριναν την ό,ποια κριτική. Όμως εδώ δεν είναι συνεπής.

Το κείμενό του ξεκινούσε με μια αναφορά στον «μυθο του σπηλαίου» του Πλάτωνα [με την έννοια ότι οι άνθρωποι ζουν στο σκοτάδι, αλλά μπορούν να αφυπνιστούν] και μετά προχωρούσε σε μια παράθεση της ερμηνείας του Τσόμσκι για την νυν κρίση  - σύμφωνα με την οποία ο στόχος είνα ακριβώς η επίθεση στο δημόσιο και τα εργατικά δικαιώματα. Αν και η γενικότερη αντίληψη του Πλάτωνα είναι ελιτιστική [λίγοι μπορούν να καταλάβουν], ενώ ο Τσόμσκι είναι αναρχικός [όλοι μπορούν] το όλο επιχείρημα είναι ενδιαφέρον – με δυο μόνο προβλήματα.
  1. Το πρώτο είναι γιατί τώρα; Σε μια βδομάδα όπου αποκαλύπτεται ένα τέτοιο σκάνδαλο [του Ρίκκου] με διαπλοκή δικηγορικού γραφείου και ημέτερο-ρουσφετολογική παρέμβαση του προεδρικού, ποιά η σκοπιμότητα ενός κειμένου που δεν αναφέρει τίποτα συγκεκριμένο για τους εμπλεκόμενους [ούτε λέξη για το γραφείο Νεοκλέους έστω και αν εμφανίζεται, με την ορολογία του κειμένου ως ο αόρατος «εξουσιαστής» [που στήνει το αμυντικό σενάριο Ρίκκου], και πάει στη σπηλιά του Πλάτωνα. Μοιάζει εμφανώς υπεκφυγή.
  2. Η κατάληξη ποντάρει σε κάποια «επανάσταση» στις κάλπες. Το πρόβλημα είναι ότι, όπως τοποθέτησε το θέμα ο κ. Παράσχος, είναι εμφανές ότι δεν είνα όλοι οι ίδιοι. Η τέως κυβέρνηση και η αριστερά έλεγαν και πριν το 2013 και λένε και τώρα ότι λέει ο Τσόμσκι. Δεν γίνεται να έχει δίκαιο ο Τσόμσκι, αλλά όχι όταν το λένε κάποιο ντόπιοι. Εμφανίζεται μια άποψη υπαρκτή ως νέα που έρχεται από έξω για να παρουσιαστεί ο δημοσιογράφος ή τα ΜΜΕ ως φορέας..αλλαγής μέσα από μια λογοκρισία της πραγματικότητας; Αυτά σε μια βδομάδα, όπου ο Ρίκκος διεκδικούσε ότι τάχα μου θα έβαζε στο σκαμνί τους ενόχους της τραπεζιτικής κρίσης [ανάμεσά τους και τον Ορφανίδη] και βγήκε να τον υπερασπιστεί ο δικηγόρος του Ορφανίδη, ο Ευσταθίου. Η λογοκρισία της πραγματικότητας κατά συνέπεια μπορεί να μην ήταν τυχαία εκείνη την βδομάδα. Αν αυτά τα έγραφε ο Τσικάλας που δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται που βρίσκεται ακόμα, θα ήταν κατανοητό – αλλά ο κ. Παράσχος ξέρει.. Άρα;

Δεν μπορεί να μην είδε [την σύγκρουση συμφερόντων] και στο γεγονός ότι ο Ρ. Ερωτοκρίτου, ενώ ήταν βοηθός γενικός εισαγγελέας προωθούσε υποθέσεις που τον αφορούσαν ως ιδιώτη [και απέναντι σε οργανισμούς με τους οποίους είχε να κάνει στο δημόσιο λειτούργημά του] αλλά και ως δικηγορικό γραφείο. Η σιωπή δεν είναι συνέπεια. Επιπλέον, αυτά που αποκαλύπτονται με τα δικηγορικα γραφεία είναι ανάλογα των τραπεζών – ως ένα δίκτυο.

Το πραγματικό πρόβλημα του σχολίου είναι η ασυνέπεια. Ο κ. Παράσχος αποκάλυψε την σύγκρουση συμφερόντων της κ. Γιωρκάτζη. Και τότε δεν χρειάστηκε ούτε Πλάτωνα, ούτε Τσόμσκι, για να δει τη σύγκρουση συμφερόντων. Δεν μπορεί να μην την είδε και στο γεγονός ότι ο Ρ. Ερωτοκρίτου, ενώ ήταν βοηθός γενικός εισαγγελέας προωθούσε υποθέσεις που τον αφορούσαν ως ιδιώτη [και απέναντι σε οργανισμούς με τους οποίους είχε να κάνει στο δημόσιο λειτούργημά του] αλλά και ως δικηγορικό γραφείο. Η σιωπή δεν είναι συνέπεια. Επιπλέον, αυτά που αποκαλύπτονται με τα δικηγορικα γραφεία είναι ανάλογα των τραπεζών – ως ένα δίκτυο. Κατ’ αναλογία, λοιπόν, δεν μπορεί ένας δημοσιογράφος να πάει κόντρα σε ένα δικηγορικό γραφείο που στηρίζει μια εφημερίδα. Και είναι μάλλον σαφές ότι πίσω από την καθημερινή είναι και το δικηγορικό γραφείο Νεοκλέους. Έτσι λένε όσα δημοσιοποιήθηκαν. Σε αυτό το πλαίσιο, η Καθημερινή ως εφημερίδα κράτησε χαμηλούς τόνους. Και καλά έκανε. Ο κ. Παράσχος δεν μπορούσε να γράψει για αυτό. Αλλά  η γενικόλογη αναφορά τότε τί νόημα είχε; Απόν μπορεί να δέρει τον γάρο, δέρνει το σαμάρι;

Αυτά σε μια βδομάδα όπου ο Ρίκκος διεκδικούσε ότι τάχα μου θα έβαζε στο σκαμνί τους ενόχους της τραπεζιτικής κρίσης [ανάμεσά τους και τον Ορφανίδη] και βγήκε να τον υπερασπιστεί ο δικηγόρος του Ορφανίδη, ο Ευσταθίου. Η λογοκρισία της πραγματικότητας κατά συνέπεια μπορεί να μην ήταν τυχαία εκείνη την βδομάδα.




[2] Ένα θεμα για το οποιο υπηρχαν ηδη δημοσιευματα από αρκετο καιρο: «Ένα άλλο σενάριο, το οποίο συζητείται είναι η μετακίνηση του Νικολάου Ιωνά προς την… Γενική Εισαγγελία. Ο νυν Γενικός Εισαγγελέας ενδεχομένως να επιλεγεί προς τα τέλη του τρέχοντος έτους για Ευρωπαϊκά καθήκοντα, οπόταν ένα σενάριο που μελετάται είναι η μεταφορά του Ιωνά. Ωστόσο εκεί υπάρχει «καυτό θέμα», διότι την θέση του Γενικού την θέλει και ο Ρίκκος, νυν Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας. Θα δούμε όμως…» - http://www.onlycy.com/index.php/efetis/item/19263-o-efetis-dio-extreme-senaria-anasximatismou...
Αλλα αναλογα δημοσιευματα/ «ειδησεις» στα οποια προφανως ειχε ξεμεινει ο κ. Αναστασιαδης:


[4] Είναι εμφανής η εμμονή της τότε ακροδεξιάς που πέρασε και σε μερικούς «φιλελευθέρους» που κάνουν ότι ξεχνούν τί ήθελαν οι τότε αντίπαλοί του. 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η υποθεση της κ. Γιαννάκη φαίνεται να μετατράπηκε, με τις αντιδράσεις της [τζαι των εκ των φαινομένων, υποστηρικτών της], σε υποψία σαν σύμπτωμα διαπλοκής... το οποίο ενισχύεται από ένα είδος άγχους για λογοκρισία από.. τους «υπερασπιστές»..

Επίπεδο γελοιότητας με το συμπάθκειο – τα κοπελλούθκια του Χριστοδουλίδη πρέπει να πηαίνουν σχολείο με κρατική επιχορήγηση;

· Η Γιαννάκη, όπως ήρταν τα πράματα Χριστοδουλίδη, εν εσένα που εκθετει, με το δημοσιογραφικό δίκτυο που φαίνεται να πλάκωσε για να στηρίξει/προωθήσει τουτο που φαινεται σαν συγκάλυψη...