Τα bonus των τραπεζιτών ως ο εσωτερικός μηχανισμός προώθησης της ιδιωτικής κερδοσκοπίας που κατέληξε σε δημόσια ζημιά
Το
θέμα των αμοιβών και ωφελημάτων στελεχών των τραπεζών και μελών των διοικητικών
συμβουλίων των τραπεζών είδε το φως της δημοσιότητας κατά καιρούς και προκάλεσε διάφορες
αντιδράσεις. Η Λαϊκή με επιστολή της ενημέρωσε την επιτροπή θεσμών, κατά την
εξέταση της Λειτουργίας των θεσμών του χρηματοπιστωτικού συστήματος, επιστολή
σύμφωνα με την οποία ανέφερε ότι στα συμβόλαια των μελών του Δ.Σ. ΔΕΝ
περιλαμβάνονταν πρόνοιες για φιλοδωρήματα. Όταν κατέθεσε μεταγενέστερα κατάλογο
με τα πλήρη στοιχεία των αμοιβών στην τράπεζα, επισημάνθηκε ότι η πολιτική της
τράπεζας για το θέμα είχε διαφοροποιηθεί το 2011. Παράδειγμα της πολιτικής των
μπόνους καταγράφεται στη Συμπληρωματική Έκθεση της Επιτροπής Θεσμών με θέμα «Η
λειτουργία των θεσμών του χρηματοπιστωτικού συστήματος», οπόταν αναφέρεται
χαρακτηριστικά ότι το Φεβρουάριο του 2010 εγκρίθηκε από το Δ.Σ της Λαϊκής
Τράπεζας – όπως φαίνεται και στα πρακτικά – όπως «normal bonus» συνολικού ύψους
1,4 εκατ. καταβληθεί σε 725 άτομα του
προσωπικού. Λίγους μήνες αργότερα, τον Ιούνιο, εγκρίθηκε η καταβολή
“exceptional bonus” συνολικού ύψους 219.000 σε 31 μέλη του προσωπικού, «δικαίωμα προαίρεσης αγοράς μετοχών
9.047.000(stock options) σε 374 υπαλλήλους και 670.000 μετοχών σε εννιά
υπαλλήλους άλλης εταιρείας του ομίλου»[1].
Το 2011 και μερικούς μήνες, ουσιαστικά,
πριν η Λαϊκή προστρέξει στο κράτος για οικονομική στήριξη, οπόταν και
κρατικοποιήθηκε, επιβράβευσε κάποια στελέχη με ειδικό σχέδιο, το restricted
stock scheme, το οποίο ανήλθε στο 1.1 εκατ., όχι πολύ μακρυά από το ποσό που
χρειάστηκε από το κράτος. Φυσικά, εύλογα δημιουργούνται ερωτηματικά γι’ αυτή
την ενέργεια που ενισχύονται και από τη δήλωση της Ειδικού Διαχειριστή
ενώπιον της επιτροπής θεσμών: «[...]
Επειδή η Λαϊκή είναι δημόσια εταιρεία, για να δώσεις κάτι over and above,
υποτίθεται από ένα μισθό, πρέπει να μπορείς να το δικαιολογήσεις. Δηλαδή
συνήθως βάζεις κάτω στόχους στους υπαλλήλους για να δικαιολογήσεις το bonus. Εγώ
δεν ξέρω αν υπήρχαν τούτοι οι στόχοι[2]... [...] Συνήθως
bonus, όπως ξέρω εγώ που εργάζομαι στην HSBC is based on performance. Εδώ που
τα είδα, δεν μπορώ να κάνω justified, δε
φαίνεται το performance, είναι με άλλο τρόπο – δεν μπορώ να πω τον τρόπο που
δόθηκαν. Αν έχει άλλους που μπορούν ... Δεν έχει λογική. Οι μεγάλες οι
τράπεζες, όταν βλέπεις the bonus structure, έχει μια λογική πίσω. Με τούτα που
έβλεπα στη Λαϊκή, δε φαίνονται να έχει λογική». Ο κ. Π. Βότσης, τότε
διευθυντής της Διεύθυνσης Ανθρώπινου Δυναμικού της Λαϊκής, δικαιολόγησε το πιο
πάνω, θεωρώντας ότι υπήρχαν στόχοι που αφορούσαν πωλήσεις και το ότι τα
διευθυντικά στελέχει σημείωναν τα επιτεύγματά τους.
Επιπρόσθετα,
από τους πίνακες των αμοιβών όπως φαίνεται στο πιο κάτω έγγραφο[3],
διαπιστώνεται ότι από το 2007 μέχρι το 2011, παρατηρείται σημαντική αύξηση των
διευθυντικών στελεχών της Λαϊκής στην Ελλάδα, που αμοίβονται με διπλάσια ποσά
από τους αντίστοιχους στην Κύπρο. Αυτό σημαίνει τι; Ποιά η αναγκαιότητα για
τόσα διευθυντικά στελέχη στα καταστήματα της Λαϊκής στην Ελλάδα; Πώς
διαφοροποιούνται μισθολογικά και με ποιά κριτήρια; Ποιοί οι λόγοι της συνεχούς
αύξησης του αριθμού τους που παρατηρείται εν μέσω οικονομικής κρίσης;
Τα
πράγματα περιπλέκονται ακόμα περισσότερο, αφού διαπιστώνεται ότι δεν
εντοπίζονται οι εγκρίσεις για διάφορα μπόνους που δόθηκαν πέρα από εγκρίσεις
των δύο αναπληρωτών διευθύνοντων συμβούλων και όχι από την Επιτροπή Αμοιβών ή
το Διοικητικό Συμβούλιο. Νέα ερωτήματα
εγείρονται: Ούτε το Διοικητικό Συμβούλιο, ούτε ο Εσωτερικός Ελεγκτής της
Τράπεζας δεν έλεγχε τους πραγματικούς λογιαριασμούς της μετά το κλείσιμό τους;
Και αν όχι, δεν γινόταν, δηλαδή, κανένας οικονομικός έλεγχος, ούτε από
οικονομικό διευθυντή, ούτε άλλο αρμόδιο, ώστε να διαπιστωθούν τα όσα
διαπιστώνονται τώρα και κατόπιν εορτής και αφότου είχαν καταστροφικές συνέπειες
σε ολόκληρη τη χώρα και κυρίως το λαό της με τη φτωχοποίηση μεγάλου μέρους της
και κυρίως ευάλωτων ομάδων;
[1] Συμπληρωματική Έκθεση της Επιτροπής Θεσμών με
θέμα «Η λειτουργία των θεσμών του χρηματοπιστωτικού συστήματος», σελ 261
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου