Και τί έγινε πραγματικά από το 1956 μέχρι το 1958 - η περίοδος που έγινε η τελευταία λειτουργία και εγκαταλείφθηκε ο Α. Γεώργιος ο Εξορινός
Όταν
το 2003 άνοιξαν τα οδοφράγματα, η ελληνοκυπριακή κοινότητα έζησε μια
συγκλονιστική στιγμή – και γιατί μπόρεσε επιτέλους να δει τη βόρεια Κύπρο μετά
από 30 χρόνια, αλλά και γιατί η πλειοψηφία αψήφησε δημόσια και ντε φάκτο
θεαματικά τα ΜΜΕ, που σαφώς παρότρυναν, στην πλειοψηφία τους, τον κόσμο να μην
πάει. Ήταν η πρώτη εξέγερση ενάντια στα καθεστώτα ΜΜΕ. Όταν ο απορριπτικός
λόγος, ο οποίος ήταν κυρίαρχος στα ΜΜΕ, όπως απέδειξε τον επόμενο χρόνο στο
δημοψήφισμα, ανασυντάχθηκε και άρχισε τη μίζερη ρητορική της «επίσκεψης σαν
τουρίστας». Τώρα, με αυτό το μίνι άνοιγμα, ξεκίνησαν πάλι το μοιρολόι της
μιζέριας: για όλα τα κακά που έκαναν οι τούρκοι για να νιώσουν σαν θύματα οι
ελληνοκύπριοι – γιατί τα θύματα είναι ένας εύκολος τρόπος να συγκαλύπτουν οι
λίγοι υπεύθυνοι τις ευθύνες τους, και να μετατρέπουν τους υπόλοιπους σε
παθητικούς μοιρολάτρες, αντί άτομα που διεκδικούν το μερίδιο της ευθύνης τους
και άρα το δικαίωμα στη διεκδίκηση – και όχι μόνο από τους απ’ έξω, αλλά και
από τους εσωτερικές μορφές εξουσίας.
Το
ακόλουθο απόσπασμα είναι από ένα ευρύτερο κείμενο με τίτλο «Η διαχείριση του
πόνου της κυπριακής τραγωδίας».
Η
αρχή της μαζικής δικοινοτικής βίας προσδιορίζεται, συνήθως, γύρω στο 1956, όταν
μερίδα της τουρκοκυπριακής [τ/κ] κοινότητας άρχισε να αντιδρά έντονα και βίαια
στην ένοπλη δράση της ΕΟΚΑ. Τα πρώτα δικοινοτικά επεισόδια έντασης καταγράφηκαν
το Δεκέμβρη του 1954 κατά τη διάρκεια των μαζικών ελληνοκυπριακών [ε/κ]
εκδηλώσεων ενάντια στην απόρριψη της εξέτασης του ζητήματος της Κύπρου από τον
ΟΗΕ. Το φθινόπωρο το 1955, η ένταση εκφράστηκε με το διαχωρισμό των κυπρίων στη
βάση της κοινοτικής καταγωγής σε μια σειρά από τομείς – από το πρωτάθλημα ποδοσφαίρου μέχρι το
δικηγορικό σύλλογο. Στις αρχές του 1956, με αφορμή το θάνατο/φόνο τ/κ
αστυνομικού στην Πάφο, ξέσπασαν ταραχές στη Λευκωσία – αρχικά νεαροί τ/κ επιτέθηκαν
σε ε/κ καταστήματα και ακολούθως έγιναν δικοινοτικές συγκρούσεις στην περιοχή
του σωματείου «Ολυμπιακός». Στις 19/3/1956, έγιναν συγκρούσεις στο χωριό
Βασίλεια της Κερύνειας με διάφορες -και αποκλίνουσες- αναφορές για τα αίτια και
για τα θύματα. Το μοντέλο είχε πια καθιερωθεί – ένα επεισόδιο ή ένας φόνος
οδηγούσε σε μια συλλογική ταύτιση, η οποία οδηγούσε σε έκρηξη βίας ανάμεσα σε
άτομα άσχετα με το επεισόδιο. Το σκόπιμο και το τυχαίο σε τέτοιες περιπτώσεις,
μάλλον, δεν είχε σημασία για το γενικότερο κλίμα, αλλά και για τις στρατηγικές
κινήσεις των διαφόρων οργανώσεων/ομάδων ενόπλων. Οι επιθέσεις των τ/κ
εθνικιστών που εξέφραζαν επί του εδάφους την προσπάθεια μέρους της τ/κ ηγεσίας
για διαχωρισμό των δύο κοινοτήτων βρήκαν αντίσταση από τους «νούσιμους» τ/κ.
Αξίζει, όμως, να αναφερθεί ότι, από τότε, υπήρξε αντίσταση στο διαχωρισμό, η
οποία εξέφραζε μια ιστορική παράδοση αιώνων συνύπαρξης. Σύμφωνα με τον
Μαχλουζαρίδη, ο ιερέας της εκκλησίας του Αγίου Λουκά, η οποία είχε δεχθεί
επιθέσεις, επισκέφθηκε την αρχιεπισκοπή στις 26/4 και..
«..έκαμε εύφημη αναφορά στην προστατευτική
επέμβαση φιλήσυχων τούρκων υπέρ ελληνικών οικογενειών κατά την διάρκεια των
οχλοκρατικών τούρκικων εκδηλώσεων της Τρίτης 24/4/56».
Προς
το τέλος του Μάη, τα επεισόδια επαναλήφθηκαν με αφορμή πάλι το θάνατο ενός τ/κ
αστυνομικού στην Πάφο και επεκτάθηκαν στη Λάρνακα και στην ύπαιθρο. Στις
30/5/1956, όπως παρατηρεί ο Μαχλουζαρίδης, «τραβήχτηκε η διαχωριστική γραμμή
στη Λευκωσία». Ακολούθησε μια περίοδος ανήσυχης ηρεμίας με περιοδικές εκρήξεις
έντασης. Επεισόδια έγιναν το Γενάρη
[19-20] και στις αρχές του Φεβρουαρίου του 1957. Στα μέσα του 1957 [2/6], οι
τ/κ δημοτικοί σύμβουλοι παραιτήθηκαν,
κατηγορώντας τις ε/κ δημοτικές αρχές για παραμέληση των κοινοτήτων τους. Οι ε/κ
δημάρχοι το διέψευσαν, αλλά το που βρισκόταν το δίκαιο ήταν πια σχετικό. Κάθε
κίνηση - ή ακόμα και προβοκάτσια- πυροδοτούσε απλώς περισσότερο την ατμόσφαιρα.
Ακόμα και ο θάνατος/δολοφονιία από άγνωστους, ενός τ/κ, ο οποίος συζούσε με μια ε/κ, αλλά
παντρεύτηκε και μια τ/κ έγινε αιτία έντασης – αν και θα μπορούσε κάποιος να
σκεφτεί ότι τα αίτια της δολοφονίας του θα μπορούσαν να ήταν προσωπικά, παρά
κοινοτικά.
Η
ένταση κορυφώθηκε στα τέλη του Μάη του 1958. Στις 30/5 έγιναν εκρήξεις βομβών
στην τ/κ συνοικία της Λάρνακας - με ασαφή υπεύθυνο/ους. Η ρίψη βόμβας στο
κτίριο, όπου στεγαζόταν το τούρκικο γραφείο πληροφοριών, στις 7/6, αποτέλεσε το
έναυσμα για μια νέα σειρά βιαιοπραγιών – με την εκδίωξη πλέον των ε/κ από τις
τ/κ συνοικίες της Λευκωσίας. Η ένταση απλώθηκε και στην Πάφο, Αμμόχωστο, Λεμεσό
και την περιοχή Λουρουτζίνας –Πυροϊού. Η Κύπρος είχε κηρυχθεί, ουσιαστικά, σε
κατάσταση έκτατης ανάγκης με 10.000 αποικιακούς στρατιώτες να επιβάλλουν την
«τάξη». Είναι σε αυτό το κλίμα που διαπράχθηκε το πιο αιματηρό έγκλημα της περιόδου
και σε αριθμούς, αλλά και σε αιματηρή απεικόνιση – η σφαγή των κοντεμενιωτών
στο Κιόνελι. Σύμφωνα με τα στοιχεία που υπήρχαν/κυκλοφορούσαν τότε, φαίνεται
ότι μια ομάδα κατοίκων του Κοντεμένου, η οποία επέστρεφε από τη Λευκωσία, είχε
ανακοπεί στο χωριό Σκυλλούρα από τ/κ. Όταν έφτασαν στον Κοντεμένο και
πληροφόρησαν την κοινότητα για το ιδεότυπο road block, μια ομάδα 20 με 35 -ποικίλουν
οι αναφορές αλλά στη δικαστική αναφορά υπάρχει ο αριθμός 35- επέστρεψαν πίσω
για να διασφαλίσουν ότι άλλοι συγχωριανοί τους θα περνούσαν χωρίς κίνδυνο.
Συνελήφθησαν από βρετανούς, οι οποίοι φαίνεται να θεώρησαν ότι ήταν ύποπτοι για
ενδεχόμενη σύγκρουση με τ/κ και τους πήραν για ανάκριση. Αντί όμως να τους
πάρουν Λευκωσία, τους πήγαν στο Κιόνελι και τους άφησαν να επιστρέψουν στο
χωριό τους πεζοί. Αυτή η απόφαση των βρετανών έγινε αντικείμενο υποψίας και
ερμηνειών ότι σκόπιμα -στα πλαίσια της πολιτικής του «διαίρει και βασίλευε»-
αφέθηκαν εκεί οι ε/κ για να βρεθούν μόνοι σε περιοχή τ/κ και να προκληθεί
σύγκρουση και σφαγή – με δεδομένη την υπάρχουσα ένταση. Η ύπαρξη μιας πυρκαγιάς
στην περιοχή θεωρήθηκε ύποπτη, ενώ κυκλοφορούσαν ανυπόστατες φήμες ότι 300 ε/κ
βάδιζαν από τη Σκυλλούρα στο Κιόνελι. Ό,ποια και αν ήταν τα αίτια της
αντίδρασης των τ/κ, αυτό που έγινε ήταν μια αιμοβόρα σφαγή 8 ατόμων με
τσεκούρια, μαχαίρια κλπ. Τα επεισόδια συνεχίστηκαν μέχρι τις 4/8 όταν η ΕΟΚΑ
αρχικά και μετά η ΤΜΤ κήρυξαν ανακωχή.
Ο
απολογισμός σε προσωπικό, αλλά και συλλογικό επίπεδο, καταγράφεται ενδεικτικά
από τον Μαχλουζαρίδη:
«..στις 31/7/1958 βρέθηκαν στο χωριό Άγιος
Γεώργιος Πάφου τα πτώματα 3 τούρκων, από τους οποίους 2 γυναίκες, που δάρθηκαν
μέχρι θανάτου. Την ίδια μέρα ελληνίδα, που διέμενε στην τούρκικη συνοικία
Λάρνακας πλήγηκε 19 φορές με μαχαίρι και σκοτώθηκε. Στις 2/8/1958 καταστράφηκε
ολοσχερώς από πυρκαγιά το καπνεργοστάσιο Τάκη Πατίκη στην τούρκικη συνοικία της
Λευκωσίας..
[…]
Σύμφωνα με του ξένους
ανταποκριτές στην Κύπρο από τις 7/6/1958
που άρχισαν οι επιθέσεις των τούρκων ενάντια στους έλληνες μέχρι τα
4/8/1958 φονεύτηκαν 148 πρόσωπα. Από αυτά 61 ήταν έλληνες και 59 τούρκοι. Οι
αντεπιθέσεις των ελλήνων άρχισαν γύρω στις 12/7..»
Δημοσίευση: «Χρονικό», Εφ.
Πολίτης, τ. 73, 19/7/2009
http://www.giannisspanos.com/?p=1640 Άρθρο που σχετίζεται με το πιο πάνω θέμα. Μου το έστειλε άτομο σε σχόλιό μου στο ''Φιλελεύθερο''.
ΑπάντησηΔιαγραφή