Οι συζητήσεις για την νέα κυβέρνηση στη Γερμανία και ο περίγυρος στον πυρήνα και την περιφέρεια: μια νέα συμμαχία για τη Γερμανία ή μια νέα συνθήκη για την Ευρώπη;
Μετά
από την συνάντηση με τους πράσινους, και τις επιφανειακές αβρότητες που
επισφράγισαν τις διαφωνίες, οι χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ στράφηκαν πια
αποφασιστικά στους σοσιαλδημοκράτες. Η επαφή με τους πράσινους ήταν έτσι και
αλλιώς σημαντική γιατί άνοιξε τον δρόμο των πιθανοτήτων στο μέλλον, αλλά οι
ιστορικές διαφορές και από τις δυο πλευρές είναι μάλλον δύσκολο να
προσπεραστούν άμεσα. Αντίθετα, μια ενδεχόμενη συνεργασία με τους
σοσιαλδημοκράτες προσφέρει στους γερμανούς συντηρητικούς την ευκαιρία να
διαμορφώσουν και μια πιο σταθερή κυβερνητική συμμαχία, αλλά και να μετακινηθούν
έστω και ελαφρά σε θέματα, τα οποία ήταν δύσκολα με τους ελεύθερους δημοκράτες.
Το ζήτημα, μπορεί να πει κάποιος, δεν είναι
μόνο εκλογικό αλλά και συστημικό – η γερμανική αστική τάξη,
η οποία φροντίζει να φορά τα καλά ρούχα στην οικονομία όταν πλησιάσουν οι
εκλογές, για να ευνοεί τους χριστιανοδημοκράτες, ξέρει ότι υπάρχουν σοβαρά εξωτερικά και εσωτερικό προβλήματα που δεν
πρόκειται να εξαφανιστούν: η σταθεροποίηση ενός αριστερού κόμματος που
αμφισβητεί την ευρωπαϊκοί τάξη όπως είναι σήμερα, και η εμφάνιση ενός
κεντροδεξιού κόμματος που άγγιξε σχεδόν το 5% και αμφισβητεί το ευρώ, δείχνει
εσωτερικές τάσεις δυσφορίας που θα μπορούσαν να ξεφύγουν από τον έλεγχο. Τα
εξωτερικά προβλήματα είναι ακόμα πιο πιεστικά – η αποξένωση του νότου, όπου
σαφείς πλειοψηφίες μιλούν με οργή για τον γερμανικό πυρήνα δεν είναι ακριβώς
ένα πλαίσιο, το οποίο μπορεί να βοηθήσει για το αναγκαίο επόμενο στάδιο της
ευρωπαϊκής ενοποίησης. Γιατί και οι διαμορφωτές γνώμης και οι πολιτικοί αλλά και
οι επικεφαλείς των οικονομικών μπλοκ ξέρουν ότι η ασταθής ισορροπία της Ευρώπης
δεν μπορεί να συνεχιστεί.
Οι σοσιαλδημοκράτες έστω
και με κόστος θα σπρώξουν προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση – και ταυτόχρονα θα
μπορούν να πιέσουν και εσωτερικά αλλά και ευρύτερα για ένα πιο χαλαρό πρόγραμμα
δημόσιο-οικονομικής προσαρμογής. Ίσως ακόμα πιο σημαντικό
είναι το γεγονός ότι οι σοσιαλδημοκράτες, όπως φάνηκε και με την προεκλογική
τους εκστρατεία, είναι διατεθειμένοι να σπρώξουν όχι απλώς την ευρωπαϊκή τραπεζική
ενοποίηση αλλά και τον περαιτέρω έλεγχο του τραπεζιτικού κεφαλαίου. Και όπως
λένε οι περισσότεροι αναλυτές για την Μέρκελ, η μέχρι τώρα επιτυχία της αφορά
λιγότερο στην ικανότητα της να προβλέπει και περισσότερο την οικειοποίηση
θέσεων που υπάρχουν σε ένα πλαίσιο συζητήσεων και διαμαχών – οπότε όσο χρήσιμοι
ήταν οι ελεύθεροι δημοκράτες για τη λιτότητα, άλλο τόσο χρήσιμοι μπορεί να
αποδειχθούν και σοσιαλδημοκράτες για μια μετατόπιση προς την ενοποίηση και μια κευνσιανή οικονομική πολιτική.
Ο άλλος πόλος της
κεντροευρωπαϊκής συμμαχίας η Γαλλία φαίνεται να περνά
δύσκολες στιγμές, καθώς η ακροδεξιά της Λε Πεν εξελίσσεται σε ένα τρίτο πόλο, ο
οποίος μπορεί μάλιστα να έρθει και πρώτο κόμμα στις ευρωεκλογές. Η πρόσφατη της
επιτυχία σε τοπικές εκλογές, όπου κέρδισε και την αριστερά και την θεσμική
δεξιά είναι εκφραστική. Αρχικά, αποκλείστηκε η αριστερά από την δεύτερο γύρο
και μετά οι αριστεροί ψηφοφορεί έκαναν αποχή, αρνούμενοι τη λεγόμενη
«δημοκρατική ενότητα» και έτσι, κέρδισε η υποψήφια του κόμματος της Λε Πεν. Η νέα ηγέτης της ακροδεξιάς έχει εγκαταλείψει
το ρατσιστικό προφίλ και υιοθέτησε το μαλακό
image των κάτω χωρών, εστιάζοντας
στον ισλαμισμό και στην υπεράσπιση της κοσμικής κοινωνίας. Αυτό το νέο λουκ,
μπορεί σαφώς να την κάνει πιο αποδεκτή, αλλά η άνοδος της δεν παύει να αποτελεί
ένα πόλο που εκφράζει τις αποκεντρωτικής, παρά τις ενοποιητικές τάσεις στην
Ευρώπη. Ο Ολάντ φαίνεται να επιμένει στην αισιοδοξία του και για την ώρα πήρε
μια μικρή ανάσα με τα πρώτα σημάδια κάποιας ανάπτυξης έστω και 0.2%. Το
πρόβλημα του εξακολουθεί να είναι η συσπείρωση της αριστεράς – αφού η
κεντροαριστερά το θεωρεί διστακτικό, λόγω δεσμεύσεων στην ιστορική αριστερά,
ενώ ο κύριος όγκος της αριστεράς το θεωρεί αναποφάσιστο και υποχωρητικό στις
πιέσεις του κεφαλαίου. Ο ίδιος, όπως έγινε και στο νομοσχέδιο για τις συντάξεις,
αναζητεί την μέση λύση - αντί να αυξήσει το όριο ηλικίας, όπως πίεζαν οι
Βρυξέλλες αύξησε τη συνεισφορά, αποφεύγοντας τις κινητοποιήσεις που βρήκε
μπροστά του ο Σαρκοζύ, όταν προσπάθησε να περάσει ένα σχετικό νομοσχέδιο.
Σε αυτό το πλαίσιο, στον
νότο η ένταση επανήλθε με μαζικές κινητοποιήσεις στην Πορτογαλία και την Ιταλία.
Στην Πορτογαλία περίπου 50,000 διαδηλωτές προσπάθησαν να περάσουν από την
γέφυρα της 25ης Απριλίου - της επετείου της επανάστασης των
γαρύφαλλων - και όταν το απαγόρευσε η αστυνομία, επιβιβάστηκαν σε λεωφορεία και
έκαναν τη διαδρομή, προκαλώντας νέα δημοσιότητα στις κινητοποιήσεις.
Στη
Ιταλία, η επιβίωση της κεντροαριστερής πρωθυπουργίας στο σχήμα της κυβέρνησης
συνασπισμού αριστεράς-δεξιάς, μετά από την υποχώρηση των μπερλουσκονικών,
βρέθηκε μπροστά στην πίεση από την αριστερά. Το σαββατοκύριακο έγιναν μαζικές
διαδηλώσεις ενάντια στην λιτότητα. Και από ότι φάνηκε από τις ανταποκρίσεις, η
διάθεση μιας μερίδας για αντιπαράθεση με την αστυνομία, αλλά και επιθέσεις σε
σύμβολα του καπιταλισμού, όπως οι τράπεζες, ήταν διάχυτη και, όπως και στη
Βραζιλία, μετά τη μαζική διαδήλωση ακολούθησαν και συγκρούσεις.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου