Συνομιλίες λύσης ή συνομιλίες «μη λύσης»
Μετά
από τόσες δεκαετίες άκαρπων προσπαθειών επίλυσης του Κυπριακού, ό,ποιος
προσπαθεί να ασχοληθεί μαζί τους μπορεί να κάνει ορισμένες χρήσιμες
παρατηρήσεις. Μια εμπειρική παρατήρηση είναι ότι κοιτάζοντας πίσω προς
τις προσπάθειες που έχουν ήδη γίνει δημιουργείται η εύλογη απορία:
Πρόκειται για προσπάθειες, που γίνονταν για να λυθεί το Κυπριακό ή
πρόκειται για προσπάθειες που γίνονταν για να μη λυθεί το Κυπριακό.
Είναι σαφές, σε πάρα πολλές περιπτώσεις στο παρελθόν, ότι κάποια από τις
πλευρές πάσκιζε να απεμπλακεί από την πιθανότητα λύσης αντί το αντίθετο. Έτσι,
προσπαθώντας να κατανοήσουμε τι γίνεται και με την νέα προσπάθεια επίλυσης
του Κυπριακού είναι χρήσιμο να έχουμε στο νου μας ότι θα πρέπει, ίσως, να
παρατηρήσουμε ακόμα μια προσπάθεια μη επίλυσης του Κυπριακού.
Μια
δεύτερη παρατήρηση είναι ότι μέσα από τις διαδοχικές αποτυχημένες προσπάθειες
έχουν επιλυθεί ή μεταβληθεί πολλά ζητήματα σιωπηλά. Π.χ. έχουν
λιγοστέψει οι Ελληνοκύπριοι ή Τουρκοκύπριοι που θέλουν να επιστρέψουν
πίσω στα σπίτια τους σε συνθήκες μειονότητας. Στο εδαφικό, έχουν πωληθεί πολλές
τουρκοκυπριακές περιουσίες σε Ελληνοκύπριους σε Λάρνακα Λεμεσό και
Πάφο, ενώ αντίστροφα πολλές ελληνοκυπριακές περιουσίες έχουν πωληθεί στα
κατεχόμενα. Πολλές περιουσίες Μαρωνιτών έχουν αποκατασταθεί. Μια σημαντική
μεταβολή είναι ότι από το 2004 έχουν οικοδομηθεί πολλά ακίνητα σε
ελληνοκυπριακές περιουσίες, που έμεναν μέχρι τότε άδειες και μια άλλη μεταβολή
είναι η μαζικότητα τουρκικών επενδύσεων. Επίσης, πολλοί εκτοπισμένοι έχουν
πεθάνει και οι νέοι που έρχονται μεγαλώνουν μέσα στις νέες συνθήκες.
Έχοντας
υπόψη τα πιο πάνω, ας δούμε τί δείχνουν οι χειρισμοί του Νίκου Αναστασιάδη και
του Γιαννάκη Κασουλίδη στην Νέα Υόρκη.
Το
πρώτο σημείο που τονίζουν και οι δύο πολιτικοί στις επαφές τους με τους
αξιωματούχους των ΗΠΑ είναι ότι η Κύπρος ανήκει ψυχή τε και σώματι στη Δύση.
Εκτός από την επιθυμία για συμμετοχή στο συνεταιρισμό για την ειρήνη προέβαλαν
το ρόλο που διαδραματίζει η Κύπρος στο πλευρό της Δύσης και των επιλογών της
στη συριακή κρίση. Μάλιστα, ο Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών
επανέλαβε τις ευχαριστίες προς τον Πρόεδρο Αναστασιάδη για το «σταθεροποιητικό
ρόλο» της Κύπρου στην έκρυθμη περιοχή της Ανατολικής
Μεσογείου. Παρά το ότι στον οικονομικό τομέα οι Ρώσοι είναι ακόμα εδώ
και ενδεχομένως η πρότασή τους στη συριακή κρίση να ενδυναμώνει την παρουσία
τους, η Κυπριακή Δημοκρατία δείχνει να τονίζει μια φιλοατλαντική στροφή που
φαίνεται, επίσης, έντονα στον ενεργειακό τομέα. (Την ίδια ώρα η ηγεμονία των
ΗΠΑ δείχνει και τα όρια της στη συριακή κρίση).
Το
δεύτερο σημείο που φαίνεται να προωθείται και με αποδοχή των άλλων παιχτών στο
Κυπριακό, είναι ο διορισμός μεσολαβητών αντιπροσώπων των ηγετών των δύο
κοινοτήτων. Αυτός ο διορισμός από πρώτη άποψη φαίνεται να ευνοεί την
κωλυσιεργία, διότι ασφαλώς οι συνομιλητές θα χρειάζεται σε κάθε βήμα τους να
απευθύνονται στους ηγέτες. Αν συνυπολογίσει κανείς και τη θέση Αναστασιάδη ότι
θα συναποφασίζει με το Εθνικό Συμβούλιο, η εικόνα ενός παιγνιδιού καθυστέρησης
γίνεται πιο εμφανής. Αν προσθέσουμε και την φαινομενικά αθώα δήλωση του ιδίου
ότι θέλει καλή προετοιμασία των συνομιλιών φαίνεται ότι η πρώτη απόφαση
του κ. Αναστασιάδη είναι να το παίξει καθυστέρηση. Είναι φυσικά κάτι που θα το
δούμε.
Ο
κ. Κασουλίδης υποχρεώθηκε να εξηγήσει επιτέλους με κάποια σαφήνεια τι εννοεί η
κυβέρνηση όταν λέει καλή προετοιμασία: Όπως ανέφερε πηγή του
υπουργείου Εξωτερικών, «ο κ.
Κασουλίδης είπε στον κ. Έλιασον πως είναι ανάγκη οι δύο διαπραγματευτές για να
προετοιμάσουν όπως πρέπει τη συνάντηση των δύο ηγετών, να διαπραγματευτούν ένα
κείμενο διακήρυξης και να συμφωνήσουν τη μεθοδολογία πάνω στην οποία θα γίνουν
οι συζητήσεις από εδώ και εμπρός, για μια ολιστική προσέγγιση και όχι με
ατέρμονες συζητήσεις πάνω σε θέματα διακυβέρνησης».
Επομένως,
ο χρόνος που θα χρειαστεί για να συμφωνηθεί ένα κείμενο διακήρυξης είναι κάτι
που θα μας δώσει μια ένδειξη για το ρολόι της κυβερνητικής συμμαχίας. Η
εμπειρία δεκαετιών στις δικοινοτικές συνομιλίες δείχνει ότι θα αρχίσει το
παιγνίδι επίρριψης ευθυνών από το κείμενο διακήρυξης. Το ίδιο θα δούμε στο
ζήτημα της μεθοδολογίας.
Ο
κ. Κασουλίδης ανέφερε και τα στοιχεία, τα οποία θα ενδυναμώσουν κατά την γνώμη
του τη διαδικασία.
α)
με την απευθείας διαπραγμάτευση μεταξύ του διαπραγματευτή και Τουρκίας
β)
με την προώθηση της πρότασης για την Αμμόχωστο και
γ)
την αναβάθμιση της εκπροσώπησης της ΕΕ στις συνομιλίες.
Με
την πρόταση για την Αμμόχωστο ασχοληθήκαμε σε προηγούμενα τεύχη, απλώς να
σημειώσουμε ότι είναι δυνατόν να προκαλέσει και αυτό μια χρονική
καθυστέρηση στις κατά τα άλλα «ολιστικές», κατά την έκφραση του υπουργού,
συνομιλίες. Η αναβάθμιση της συμμετοχής της Ε.Ε. μένει να τη δούμε για να
αποφασίσουμε αν συνιστά κάτι διαφορετικό από πριν.
Το
επιχείρημα ότι ο Ελληνοκύπριος διαπραγματευτής θα μπορεί να επισκέπτεται την
Άγκυρα και ο Τουρκοκύπριος την Αθήνα είναι όντως κάτι που παραπέμπει, αν και
όχι υποχρεωτικά, στην ιδέα μια πολυμερούς διάσκεψης.
Ωστόσο,
αν όπως είπαμε αντιμετωπίσουμε και την πιθανότητα (άλλωστε στην κυβερνητική
συμμαχία είναι και το ΔΗΚΟ) να επιδιωχθεί μια «μη λύση» (πχ
να θεωρηθεί ότι δεν είναι δυνατόν να γίνει αποδεκτή μια λύση που θα μοιάζει με
το σχέδιο Αννάν) τότε, είναι δυνατόν ο αντιπρόσωπος διαπραγματευτής που θα
μπορεί να γίνεται δεκτός από την Άγκυρα να εξελιχθεί σε διαπραγματευτή της
διαχείρισης της διαφοράς στα ζητήματα γκαζιού και ΑΟΖ με το Κυπριακό άλυτο.
Δηλαδή αν υποθέσουμε ότι η Τουρκία ‘κάθεται στα βραστά της’ και αφήνει την
υπόθεση γκάζι να εξελιχθεί, τότε η μη λύση είναι πολύ πιθανόν να θεωρηθεί και
οικονομικά συμφέρουσα (και εθνικά για ένα μέρος του πολιτικού φάσματος). Από
την άλλη όμως, η Τουρκία προσπαθεί να δώσει την εικόνα μιας χώρας
αποφασισμένης να δημιουργήσει αποτρεπτικές εντάσεις . Ήδη σήμερα (Τετάρτη)
ανακοίνωσε την κάθοδο του ερευνητικού της σκάφους στην Κυπριακή ΑΟΖ.
Υπάρχει, βέβαια, απόσταση μεταξύ λόγων και πράξης, ωστόσο θα πρέπει με
κάποιο τρόπο η κατάσταση να τύχει διαχείρισης. Λόγω του γκαζιού, αλλά και λόγω
της στρατηγικής γεωπολιτικής θέσης της Ανατολικής Μεσογείου είναι έκδηλη
η επιθυμία εμπλοκής, τόσο η Ε.Ε, όσο και οι ΗΠΑ.
Τί
είναι το ζητούμενο
Με
όσα αναφέραμε πιο πάνω διαφαίνεται ότι το ζητούμενο της νέας διαδικασίας
συνομιλιών είναι προς διερεύνηση. Είναι κάτι που χαρακτήριζε τις συνομιλίες για
καιρό και οπωσδήποτε μέχρι την εμφάνιση Ερντογάν στην ηγεσία της Τουρκίας. Σ’
αυτή την ασάφεια, βέβαια, εμείς δίνουμε μια ευρύτερη σημασία από ότι ο κ
Μαυρογιάννης. Ωστόσο, σύμφωνα με δήλωση του τελευταίου, αποτελεί μια στοιχειώδη
δουλεία που πρέπει να καθοριστεί με την έναρξη των συνομιλιών.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου