Ο «Πολίτης της Κυριακής» εμφανίζεται με δόση νοσταλγίας για μια συμμαχία που μπορει να απαιτηθεί και στο μέλλον ή Η δυσφορία μιας μερίδας φιλελευθέρων, και άλλων, σε έντυπες εκδόσεις
Πως μπορεί να υπάρξει
αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των όποιων επενδυτών προς το χρηματοπιστωτικό μας
σύστημα αλλα και προς την κυπριακή οικονομια..οταν βλέπουν τους πολιτικούς αλλα
και τον αρχιεπίσκοπο να αναμιγνύονται ενεργά στις αρχαιρεσίες για την εκλογή
νέου Δ.Σ. στην Τράπεζα και μετά από μερικές μέρες τον Πρόεδρο να θέτει ανοικτά
θέμα για τον διοικητή, επειδή ενεργοποίησε την διαδικασία ελέγχου
καταλληλότητας των μελών του νέου ΔΣ;»
Α.
Παράσχος, Καθημερινή, 22/9/2013
«Ο Πανίκος Δημητριάδης, με
την αφέλεια ενός ακαδημαϊκού και με παντελή άγνοια κινδύνου, είχε την
ψευδαίσθηση ότι ήρθε εδώ για να εφαρμόσει το μνημόνιο που υπέγραψε η κυβέρνηση
με την τρόικα στο κεφάλαιο των τραπεζών. Να ξεκινήσει δηλαδή μια ορθή και
σοβαρή εταιρική διακυβέρνηση.»
Δ.
Διονυσίου, Πολίτης, 22/9/2013
Τις
τελευταίες δυο βδομάδες, η φιλελεύθερη τάση της δεξιάς εμφανίστηκε κάπως
δυναμικά να διαφοροποιείται από την κυβερνητική πολιτική, την οποία μέχρι τώρα
στήριζε με την δικαιολογία ότι «ήθελε χρόνο η κυβέρνηση». Η πρώτη ευκαιρία
διαφοροποίησης αφορούσε τα θέματα της εκπαίδευσης, όπου οι παρεμβάσεις της
εκκλησίας έφτασαν πια σε σημείο εξευτελιστικό ακόμα και για τους υπομονετικούς
της ρητορικής του «θέλει χρόνο». Όταν ο αρχιεπίσκοπος αποφάσισε να ρίξει στο
δημόσιο χώρο και τις ανοησίες για το γλωσσικό, η αντίδραση ήταν έντονη. Και η
αντίδραση οξύνθηκε με τη δολοφονία του Π. Φύσσα και τη μάλλον ανόητη παρέμβαση
του αρχιεπίσκοπου, στην προσπάθειά του να «εξηγήσει», δήθεν, όσα είχε πει παλιά
για το ΕΛΑΜ.
Σύμπτωμα εποχής ή απλώς
συγκυρία; Η φιλελεύθερη διαφοροποίηση σε ένα πρωτοσέλιδο του κυριακάτικου
Πολίτη
Αν
αυτά ήταν, όμως, τα επιφανειακά σημάδια μιας αντιπαράθεσης με βάθος στα πολιτιστικά και πολιτικά θέματα,
υπήρχε και ένα οικονομικό υπόστρωμα. Οι συνεχείς παρεμβάσεις του αρχιεπίσκοπου
για να πετύχει διορισμό δικών του στο Δ.Σ, της Τράπεζας Κύπρου, και η εικόνα
του κ. Αναστασιάδη να σύρεται ουσιαστικά σε αυτήν τη δημόσια διαδικασία
ρουσφετιού, άφησε επίσης ένα έντονο αίσθημα. Έτσι, παρά την οργάνωση της
υστερίας ενάντια στον Π. Δημητριάδη, η όλη εκστρατεία δεν φάνηκε να κερδίζει
την εύνοια των φιλελευθέρων, αν κρίνει κάποιος από τις εκδόσεις της κυπριακής.
Η Καθημερινή, η οποία προσπαθεί να καλύψει ένα χώρο ανάμεσα στους φιλελευθέρους
και την αριστερά - έχοντας όμως, και ένα σαφώς δεξιό ιδιοκτήτη -, κράτησε
αποστάσεις από την επίθεση του Ν. Αναστασιάδη ενάντια στον Π. Δημητριάδη –
δημοσίευσε και συνέντευξη του κ. Δημητριάδη και πρόβαλε την ανάγκη
«συνεργασίας» στο πρωτοσέλιδο εκδοτικό σχόλιο. Ο Πολίτης ήταν ακόμα πιο έντονος
και ίσως αποκαλυπτικός των τάσεων που κυκλοφορούν.
Ο
μεγάλος πρωτοσέλιδος τίτλος ήταν αφιερωμένος στο σενάριο ότι η λύση θα είναι
καταλυτική για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης: «Επανένωση με
οικονομία». Ταυτόχρονα, στο πρωτοσέλιδο υπήρχε παραπομπή σε εσωτερικό κείμενο
όπου γινόταν παραλληρισμος της προσπάθειας του Ν. Παπαδόπουλου να υπερασπιστεί
τον κ. Ορφανίδη στο θέμα της Εγνατίας, με τις θέσεις του κ.Βγενόπουλου: «Όταν ο
Νικόλας συμπληρώνει το Βγενόπουλο». Η παρατήρηση είναι σωστή – αλλά είναι
εντυπωσιακό να διατυπώνεται με τόση σαφήνεια από τον Πολίτη, ο οποίος όλο το
2012 αναλώνονταν σε προσπάθειες μετατόπισης του θέματος από τα σκάνδαλα των
τραπεζών. Αυτή η επιστροφή, λοιπόν, στην αναζήτηση των δεδομένων για τα
τραπεζιτικά σκάνδαλα, είναι μεν προϊόν του γεγονότος ότι δεν μπορούν να
συγκαλυφθούν πια, αλλά είναι και προϊών μια σταδιακής μετατόπισης – από το περασμένο
καλοκαίρι ο Πολίτης άρχισε να εστιάζει στις ευθύνες του κ. Βγενόπουλου και σε
αυτό το πλαίσιο, σύνδεσε την κάθοδό του με την περίοδο του κ. Χριστοδούλου ως
διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας. Και οι τότε αποκαλύψεις για τις οικογενειακές
σχέσεις του Χριστοδούλου, ή του γαμπρού του, με τη Λαϊκή, έτειναν να
τεκμηριώνουν μια τάση βοήθειας προς τον κ.Βγενοπουλο. Έστω και αν τα κίνητρα
της εφημερίδας μπορεί να ήταν και το ζήτημα της προσωπικής αντεκδίκησης του
ιδιοκτήτη με τον κ. Χριστοδούλου για την έρευνα για φοροδιαφυγή. Η νέα έμφαση,
όμως, στις ευθύνες Ορφανίδη, συνεχίζει μεν να εστιάζει στο Βγενόπουλο, αλλά
ανοίγει και ένα νέο παράθυρο διαφοροποίησης μερίδας τουλάχιστον της δεξιάς από
τον κ. Ορφανίδη. Ο Διονύσης Διονυσίου, «Σύμβουλος έκδοσης» του κυριακάτικου
Πολίτη, το έθεσε με πρωτοφανή σαφήνεια στο σχόλιό του: «Ο κ. Ορφανίδης, που επί των ημερών του έγινε το κούρεμα των κυπριακών
ομόλογων, η καταστροφική τριπλή συγχώνευση της Λαϊκής με την Μαρφίν – Εγνατία,
η ύποπτη εξαγορά της Uniastrum και της Banca Transylavania, είχε τεραστία εσωτερική
στήριξη, αφού είχε στο πλευρό του όλα τα κόμματα πλην του ΑΚΕΛ και το σύνολο
του κυπριακού Τύπου.»
Το θεσμικό πλαίσιο της
αντιπαράθεσης προέδρου και διοικητή και το ιστορικό ζήτημα της διάκρισης και
του διαχωρισμού των εξουσιών
Το
πιο ενδιαφέρον, ωστόσο, ήταν η θεωρητική απόπειρα του κ. Διονυσίου να
ερμηνεύσει την αντιπαράθεση των δυο προέδρων (Χριστόφια, Αναστασιάδη) με τους
διοικητές της Κεντρικής Τράπεζας (Ορφανίδη, Δημητριάδη): ανιχνεύει μια
υπερβολική αύξηση της δύναμης του προέδρου μετά το 1963-64, όταν
«αποχώρησε»/εκδιώχθηκε ο τουρκοκύπριος αντιπρόεδρος. Με αυτή την αλλαγή, ο
πρόεδρος «λειτουργεί ως ένας εκλεγμένος δικτάτορας» σύμφωνα με τη διατύπωση
του. Και αυτό, καταλήγει, οδήγησε αναπόφευκτα σε δομική-θεσμική αντιπαράθεση με
την Κεντρική Τράπεζα απο «το 2008 με την ένταξη μας στην ευρωζώνη και τη
συμμετοχή του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας στο συμβούλιο της Ευρωπαϊκής
Κεντρικής Τράπεζας.» Η διατύπωση για «εκλεγμένο δικτάτορα» είναι υπερβολική,
αλλά είναι μια άποψη που αρθρώνεται και από τους φιλελευθέρους, αλλά
διατυπώθηκε και από τον Τ. Χατζηγεωργίου του ΑΚΕΛ. Αυτό στο οποίο παραπέμπει η
αναφορά στο 1963-64, είναι η δημιουργία ενός
καθεστώτος εξαίρεσης με τη δικαιολογία του δικαίου της έκτακτης ανάγκης. Αυτό
το καθεστώς, όντως, μετέφερε στην προεδρία πολλές εξουσίες και γιατί ο έλεγχος
από τον τουρκοκύπριο αντιπρόεδρο έπαψε να υπάρχει, αλλά και γιατί ο πρόεδρος,
με την μορφή του Μακάριου τότε, αναγνωρίστηκε από τον ΟΗΕ ως φορέας της
συνολικής πολιτειακής κυριαρχίας. Και σε αυτό το πλαίσιο, εξέφρασε ευρύτερα
συμφέροντα για την ελληνοκυπριακη κοινότητα. Προσπάθειες για περιορισμό των
προεδρικων εξουσιών έγιναν και την δεκαετία του 1980, αλλά και πρόσφατα με την
κυβερνώσα βουλή την περίοδο 2011-13 – κάτι που ίσως συνεχιστεί σε άλλο πλαίσιο.
Υπάρχει όμως και κάτι βαθύτερο στο οποίο αγγίζει χωρίς να το αναλύει ο κ.
Διονυσίου. Μεγάλο μέρος του προβλήματος ξεκίνησε από πριν – από το 1960. Το σύνταγμα, το οποίο δόθηκε στην Κυπριακή
Δημοκρατία ήταν μεν φιλελεύθερο, αλλά η παράταξη η οποία ανέλαβε να το
διαχειριστεί, και στις δυο κοινότητες, δεν είχε πρόθεση να το εφαρμόσει.
Προτιμούσε ένα είδος πελατειακού κράτους, το οποίο στηριζόταν στον εσωτερικό
αυταρχισμό. Και αυτό το καθεστώς μπορούσε να εφαρμοστεί με τον περιορισμό του
συντάγματος. Ουσιαστικά, σε εκείνο το πλαίσιο, η τοπική δεξιά και στις δυο
κοινότητες ανέλαβε μόνη της την εξουσία, αλλά δεν ήθελε να μοιραστεί την
εξουσία της. Υπήρχε με αυτή την έννοια μια δυσκολία κατανόησης της διάκρισης
και του διαχωρισμού των εξουσιών. Η μη εφαρμογή και λειτουργία του συντάγματος
είχε να κάνει, σε αυτό το πλαισιο, και με το «βαθύ κράτος», το οποίο είχε δημιουργηθεί και εμπόδιζε την
λειτουργία της δημοκρατίας σε διάφορους τομείς. Και ο Μακάριος βρέθηκε πριν το
74 μπροστά σε δομές του κρατικού μηχανισμού που δεν ελέγχονταν από τον πρόεδρο
– δεν υπάκουαν ούτε το σύνταγμα και λειτουργουσαν σαν ένα είδος παρακράτους.
Οι
κινήσεις ενσωμάτωσης στην Ε.Ε. έφεραν και πάλι εξωτερικό έλεγχο. Αλλά αν στην
περίπτωση του Δ. Χριστόφια, λόγω της συνειδητοποίησης των προβλημάτων από την
ένταξη στην ευρωζώνη, υπήρξε ένα είδος ανοχής προς τον κ. Ορφανίδη μέχρι το
2011 - όταν άρχισε να κάνει δημόσια αντιπολίτευση - στην περίπτωση του κ.
Αναστασιάδη φάνηκαν και σύνδρομα προηγούμενων περιόδων – όπως στοιχεία μη
σεβασμού του συνταγματικού και θεσμικού διαχωρισμού των εξουσιών.
Η νέα συγκυρία
Το
ότι τελικά οι φιλελεύθεροι, αλλά και μερίδα της αριστεράς προβληματίζονται για
αυτό το θέμα, είναι σύμπτωμα του γεγονότος ότι και η τοπική κοινωνία, αλλά και
οι δομικές της σχέσεις βρίσκονται σε ρευστότητα. Όπως παρατηρεί ο κ. Διονυσίου
με την τραπεζιτική ένωση, ουσιαστικά, η Κεντρική Τράπεζα θα είναι ακόμα πιο
αυτόνομη από την εκτελεστική εξουσία. Ταυτόχρονα, οι συζητήσεις για το
κυπριακό, αργά ή γρήγορα, θα επανέλθουν στο κομβικό σημείο της προεδρίας που
είναι φορέας κυριαρχίας – αλλά προσωρινής. Και το προσωρινό μπορεί να είναι στα
όρια του. Σε αυτό το πλαίσιο, ίσως να είναι και δείγμα των καιρών ο
προβληματισμός στην ελληνοκυπριακή κοινότητα, για το διαχωρισμό των εξουσιών.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου